Τα μεγάλα ατυχήματα σε πυρηνικούς σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής, σε χημικές βιομηχανικές εγκαταστάσεις, αλλά και σε διαστημικά προγράμματα έδειξαν ότι υπάρχει ανάγκη για μια συστηματική εκτίμηση και στάθμιση των κινδύνων που συνεπάγεται η υιοθέτηση τόσο πολύπλοκων τεχνολογικών συστημάτων όσο και η εγκατάσταση-λειτουργία βιομηχανικών εγκαταστάσεων.
Αποτέλεσμα της ανάγκης αυτής ήταν η ανάπτυξη πληθώρας μεθοδολογιών που στοχεύουν στον προσδιορισμό των κύριων συνιστωσών του κινδύνου αυτού, στην ανάπτυξη δεικτών για την άμεση ή έμμεση μέτρησή του, και στη δημιουργία ενός πλαισίου για τη υποστήριξη αποφάσεων που στοχεύουν στην ελαχιστοποίηση των κινδύνων αυτών. Η πιο γενική και ολοκληρωμένη μεθοδολογία είναι αυτή που στοχεύει στην ποσοτικοποίηση του επίπεδου του κινδύνου που χαρακτηρίζει μια συγκεκριμένη εγκατάσταση και ονομάζεται “Ποσοτική Εκτίμηση Διακινδύνευσης” (Quantified Risk Assessment, QRA).
Η έννοια του κινδύνου αποτελεί μια σύνθεση των εννοιών:
α) της ανεπιθύμητης συνέπειας και
β) της αβεβαιότητας που χαρακτηρίζει την πραγματοποίηση αυτής της ανεπιθύμητης συνέπειας
Μια βιομηχανική διαδικασία ενέχει κάποιον κίνδυνο, αν είναι δυνατό σαν αποτέλεσμα της διαδικασίας αυτής να προκύψει μια ανεπιθύμητη συνέπεια και, επιπλέον, αν η πραγματοποίηση της συνέπειας αυτής δεν είναι κάτι που συμβαίνει με βεβαιότητα αλλά παρουσιάζει ένα στοχαστικό χαρακτήρα. Κατά συνέπεια ο προσδιορισμός του κινδύνου πρέπει να υπολογίζει τα δύο κύρια συστατικά του:
α) τις ανεπιθύμητες συνέπειες και
β) το βαθμό αβεβαιότητας που τις χαρακτηρίζει
Βασικά βήματα εκτίμησης επικινδυνότητας
Ο κίνδυνος από τη λειτουργία Χημικών Βιομηχανικών εγκαταστάσεων συνίσταται στη δυνατότητα απελευθέρωσης μεγάλων ποσοτήτων επικίνδυνων ουσιών (τοξικές, εύφλεκτες), σαν αποτέλεσμα κάποιου ατυχήματος, που στη συνέχεια θα προκαλέσουν βλάβες στην υγεία του κοινού, στο περιβάλλον καθώς και οικονομικές ζημιές.
Πρέπει να τονιστεί ότι το είδος των εκλύσεων που ενδιαφέρει εδώ είναι τέτοιου μεγέθους που δεν έχει προβλεφθεί σαν μέρος της κανονικής λειτουργίας της εγκατάστασης, αλλά είναι αποτέλεσμα αστοχίας ενός ή περισσοτέρων συστημάτων κανονικής λειτουργίας ή ασφάλειας. Οι μεγάλες βιομηχανικές εγκαταστάσεις που διαχειρίζονται επικίνδυνες ουσίες συμπεριλαμβάνουν στο σχεδιασμό τους διάφορα συστήματα και μέτρα ασφαλείας για να αποτρέψουν την έκλυση των ουσιών αυτών στο περιβάλλον. Είναι όμως δυνατό να συμβούν ατυχήματα με ανεπιθύμητες συνέπειες με τον ακόλουθο τρόπο:
α) Ένα γεγονός συμβαίνει που διαταράσσει την κανονική λειτουργία της εγκατάστασης (Αφορμή)
β) Μια σειρά αστοχιών αδρανοποιούν ένα ή περισσότερα συστήματα ασφαλείας που υπάρχουν για να αποτρέψουν την έκλυση της επικίνδυνης ουσίας στο περιβάλλον.
γ) Η επικίνδυνη ουσία εκλύεται στο περιβάλλον και αναφλέγεται ή διαχέεται ανάλογα με τις ατμοσφαιρικές συνθήκες που επικρατούν στον αέρα, το έδαφος και το νερό. Η επικίνδυνη ουσία, που αναφλέγεται ή διαχέεται, προκαλεί άμεσα ή έμμεσα τις ανεπιθύμητες βλάβες στην υγεία, το περιβάλλον καθώς και πιθανές υλικές ζημιές.
Η μεθοδολογία ποσοτικής εκτίμησης επικινδυνότητας απαντά με συστηματικό τρόπο στα εξής ερωτήματα:
- Τι μπορεί να πάει στραβά;
- Πόσο συχνά αυτό μπορεί να συμβεί;
- Ποιες είναι οι συνέπειες;
- Πόσο πιθανές είναι αυτές οι συνέπειες;
και μπορεί να διακριθεί για βιομηχανίες που διαχειρίζονται τοξικές ή εύφλεκτες ουσίες, σε τέσσερις κύριες φάσεις :
Ι. Προσδιορισμός Πηγών Κινδύνου και των Δυνατών Καταστάσεων Βλάβης της Εγκατάστασης.
ΙΙ. Υπολογισμός Συχνότητας Καταστάσεων Βλάβης.
ΙΙΙ. Προσδιορισμός των Συνεπειών των Εκλύσεων Τοξικών ή Εύφλεκτων Ουσιών.
ΙV. Υπολογισμός Διακινδύνευσης.
Η αλληλουχία των φάσεων αυτών δίνεται στο ακόλουθο Σχήμα. Ο προσδιορισμός των πηγών κινδύνου και των καταστάσεων βλάβης της εγκατάστασης προηγείται. Στη συνέχεια μπορεί κανείς να προχωρήσει είτε πρώτα στον προσδιορισμό των συχνοτήτων των καταστάσεων βλάβης και στη συνέχεια των συνεπειών των, είτε αντίστροφα. Για τον προσδιορισμό πάντως των διαφόρων μέτρων επικινδυνότητας είναι απαραίτητη η ολοκλήρωση και των δύο ενδιάμεσων φάσεων.